Προς νέον ερωτήσαντα περί προσευχής
Όταν το συνηθίση ο νους και χορτάση , το μάθη καλά – τότε το στέλνει εις την καρδίαν. Επειδή ο νους είναι ο τροφοδότης της ψυχής και μεταφέρει στην καρδίαν οτιδήποτε φαντασθή. Όταν ο ευχόμενος κρατή τον νουν του να μη φαντάζεται τίποτε, αλλά να προσέχη μόνον τα λόγια της ευχής, τότε αναπνέοντας ελαφρά με κάποιαν βίαν και θέλησιν εδικήν του τον κατεβάζει εις την καρδίαν, και τον κρατεί μέσα και λέγει με ρυθμόν την ευχήν. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».
Εις την αρχήν λέγει μερικές φορές την ευχήν και παίρνη μίαν αναπνοήν. Κατόπιν όταν συνηθίση να παραμένη ο νους εις την καρδίαν, λέγει εις κάθε αναπνοήν μίαν ευχήν με τον εξής τρόπον: Λέγει το «Κύριε Ιησού Χριστέ» εις την εισπνοήν και το «ελέησόν με» εις την εκπνοήν. Αυτό ανήκει στην πρακτική μορφήν της ευχής εώς ότου επισκιάση και αρχίση να ενεργή η Θεία Χάρις. Εάν τούτο δεν διακοπή Χάριτι Χριστού, μετά επακολουθεί η θεωρία.
Αυτά λέγονται «πράξις». Δεικνύεις την προαίρεσίν σου εις τον Θεόν, το δε παν έγκειται εις αυτόν εάν σου δώση. Χωρίς τον Θεόν τίποτε δεν γίνεται. Ο Θεός είναι η αρχή και το τέλος. Η Χάρις του τα πάντα ενεργεί. Εάν η Θεία Χάρις δεν συνεργήση κανένας τρόπος και καμμιά προσπάθεια δεν καρποφορεί.
Αν θέλης να βρης τον Θεόν δια της «ευχής» δεν θα σταματάς ποτέ αυτήν την εργασίαν. Όρθιος, καθήμενος, βαδίζοντας δεν θα μένης χωρίς την ευχή. Να μη βγαίνη πνοή χωρίς την ευχήν για να εφαρμόζεται ο λόγος του Παύλου «αδιαλέιπτως προσεύχεσθαι, εν παντί ευχαριστείτε».
Εάν μπορέσης να λέγης την «ευχήν» εκφώνως και συνέχεια, σε δύο - τρεις μήνες – πιστεύω – την συνηθίζεις και μετά πλησιάζει η Θεία Χάρις και σε ξεκουράζει. Αρκεί να μη σταματήσης να τη λέγης με το στόμα, χωρίς διακοπήν. Όταν την παραλάβη ο νους τότε θα ξεκουρασθής με την γλώσσαν να την λέγης. Όλη η βία είναι στην αρχήν, εώς ότου γίνη συνήθεια. Κατόπιν θα την έχης σ’ όλα τα χρόνια της ζωής σου. Μόνον κτύπα ευθέως εις την θύραν του θείου ελέους και πάντως ο Χριστός μας θα σου ανοίξη, εάν επιμένης.
Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής